Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Κεφάλαιο 4ο:Επισκέψεις(Mέρος α'





Έντουαρντ





Η νύχτα σκέπασε τον συννεφιασμένο ουρανό,καθώς η βροχή έλουζε κάθε πλάσμα που βρίσκονταν έξω αυτή τη στιγμή.Έκανα μερικά βήματα προς το μισάνοιχτο παράθυρο ώστε να απολαύσω τον μαγευτικό τοπίο που απλωνόταν μπροστά μου.Η πόλη φάνταζε στοιχειωμένη.Μόνο εγώ μπορούσα να ακούσω τα άτσαλα βήματα των ανθρώπων λίγα σοκάκια πιο κάτω.Φανταζόμουν την προσπάθεια τους να αποφύγουν τις σταγόνες που έπεφταν με ορμή πάνω στα μαύρα αδιάβροχα τους,την βιασύνη τους να μπουν στο ζεστό και στεγνό σπίτι τους,να συναντήσουν τις οικογένειες τους και τους δικούς τους ανθρώπους.




Ακούμπησα τον ένα μου αγγόνα στην άκρη του παραθύρου θέλοντας να παρατηρήσω καλύτερα.Τα μάτια μου ταξίδεψαν δεκάδες μέτρα πιο μπροστά,στο μικρό φούρνο της γειτονιάς.Ένα μικρό κοριτσάκι είχε μαζευτεί μέσα στο χοντρό μπλέ μπουφάν του κρατώντας σφιχτά το χέρι της μητέρας του.Μπορούσα να ακούσω τις αθώες σκέψεις του παιδιού.




''Σίγουρα η θεία Κάθριν θα αρχίζει να ανησυχεί,πρέπει να πάμε γρήγορα σπίτι''.Η μητέρα ξεκίνησε να προχωρά προς τη μεγάλη λεωφόρο παρασέρνοντας μαζί και τη μικρή.Τις ακολούθησα με το βλέμμα μου μέχρι που τις είδαν να μπαίνουν σε μια διώροφη πολυκατοικία.Μια  Ψιλή γυναίκα με μαύρα μακριά μαλλιά στο χρώμα του πετρελαίου τις περίμενε στην είσοδο με ένα χαμόγελο ανακούφισης να απλώνεται στο πρόσωπό της.Η πόρτα έκλεισε.




Στην πραγματικότητα,προσπαθούσα απλά να αποφύγω τυχόν σκέψεις που θα με διέλυαν.Έριξα άλλη μια κλεφτή ματιά στο δρόμο και έκλεισα το παράθυρο.Το τρίξιμο της γυάλινης επιφάνειας με έκανε να αναριγήσω.Περπάτησα έως το ξύλινο κρεβάτι και έβαλα τα ακουστικά στα αυτιά μου.Λίγη κλασική μουσική σίγουρα θα μπορούσε να χαλαρώσει την ένταση που ένιωθα.




Πλέον μη μπορώντας να συγκρατήσω άλλο τις σκέψεις μου,άφησα την εικόνα της να με στοιχειώσει.Είχαν περάσει 20 ολόκληρες μέρες από τότε που την συνάντησα στο λιβάδι.Έκτοτε η επαφή είχε χαθεί έιτε με την οικογένειά μου είτε με εκείνη.Ο Έμμετ μάλλον θα είχε ενημερώσει τι είχε συμβεί στην τελευταία συνάντηση και όλοι απέφευγαν να με ειδοποιήσουν ξανά προκειμένου να αποφύγουν νέες αναταραχές στην οικογένεια.Εγώ όμως είχα πάρει τις αποφάσεις μου για το τι έπρεπε να κάνω από εδώ και πέρα.Τελικά δεν ήμουν τόσο δυνατός όσο νόμιζα για να την αντιμετωπίσω.Έχασα τον έλεγχο του εαυτού μου και πληγώθηκα ανεπανόρθωτα για χιλιοστή φορά.Αναρωτήθηκα εάν θα έπρεπε να δημιουργηθώ τελικά..Το μόνο που ήμουν ικανός να κάνω ήταν να παίρνω και να χαρίζω πόνο,τίποτα παραπάνω.




Δεν ένιωθα τίποτα .Το τρέξιμο στο δάσος δεν βοηθούσε πια,ήμουν απλώς ένα πτώμα ανάμεσα στους ζωντανούς.Είχα απομείνει μόνος στην μοναξιά μου παρέα με ένα κρύο δωμάτιο ξενοδοχείου,δεν έμπαινα καν στο κόπο να κατέβω κάτω για να δώσω τυχόν σημεία ζωής.Δεν με απασχολούσε τι μπορούσε να σκεφτεί το προσωπικό αν και πολλές φορές άθελα μου μπορούσα να ακούσω.
''Αρχίζω να φοβάμαι,αυτός ο τύπος με αγριεύει'' 
Είχα ακούσει μια φορά τις σκέψεις της καμαριέρας καθώς βρισκόταν σε  δίλλημα για το αν θα έπρεπε να μπει ώστε να αντικαταστήσει τις παλιές πετσέτες με καθαρές.Προφανώς δεν το έκανε.




Έδιωξα αυτές τις σκέψεις και προσπάθησα να επικεντρωθώ στην σονάτα του Μπετόβεν.Οι καθαρές νότες γαργαλούσαν τα αυτιά μου και τουλάχιστον για λίγο με ηρεμούσαν.Έκλεισα τα μάτια μου ώστε να αφεθώ όσο το δυνατόν πιο πολύ στον ήχο.Μπορούσα σχεδόν να νιώσω δέκα παγωμένα δάχτυλα να  χαϊδευουν με μανία τα πλήκτρα ώστε να δημιουργήσουν την μελωδία.
Πιάνο.Πόσο μου είχε λείψει η δραστηριότητά μου αυτή.Είχα να παίξω το νανούρισμα από τη τελευταία νύχτα πριν το γάμο.




Πετάχτηκα απότομα από το κρεβάτι με μια δρασκελιά και έχωσα με δύναμη τα δάχτυλα μου μέσα στις τούφες των μαλλιών μου.Όχι!Δεν έπρεπε να κάνω τέτοιου είδους σκέψεις,δεν έπρεπε να αναπολώ αυτές τις αναμνήσεις.Είχα ορκιστεί στον εαυτό μου πως θα διαγράψω οτιδήποτε είχε να κάνει με εκείνη την νύχτα.




Άρχιζα να βηματίζω πάνω κάτω στο μικρό χώρο του διαμερίσματος ασφυκτιώντας για λίγο αέρα.Η ατμόσφαιρα με έκαιγε και ευχόμουν με όλη την δύναμη της ψυχής μου να μπορούσε να με καταπιεί η γη εκείνη τη στιγμή.Το κεφάλι μου έβραζε σαν καζάνι και τα χέρια μου τρέμανε από την σύγχυση.Δεν θα κατάφερνα να βρω τι γαλήνη ποτέ τελικά.




Μια σκέψη εισέβαλε βεβιασμένα στο μυαλό μου.Το τελευταίο μας φιλί στο λιβάδι.
Δεν υπήρχε γυρισμός πια,όσο και να το αντιστεκόμουν δεν θα μπορούσα να διώξω τις εικόνες μακριά.Είχα κουραστεί πλέον να προσπαθώ να διαγράψω την τελευταία συνάντηση αν και ήμουν σχεδόν σίγουρος πως θα το ξεπερνούσα.Έκανα για ακόμα μια φορά λάθος.




Τα παγωμένα χείλη της αντιστέκονταν στα δικά μου,που πιέζονταν όλο και πιο πολύ πάνω της.Τα χέρια μου είχαν αγκαλιάσει τη μέση της και μπορούσα να νιώσω για ένα καταραμένο λεπτό πως ήμουν ξανά ολοκληρωμένος, ευτυχισμένος.Και φυσικά αυτό ήταν ψέμα.


Η σκηνή που ακολούθησε ήταν σίγουρα βγαλμένη από τον πιο σκοτεινό μου εφιάλτη.
Το ανιδιοτελές κορίτσι που είχα αγαπήσει με όλη την δύναμη της παγωμένης μου ψυχής στεκόταν εκεί και με κοιτούσε με όλο το μίσος της ύπαρξής του.Τα μάτια της δύο τοπάζινες σφαίρες να ψάχνουν πάνω μου για οτιδήποτε θα μπορούσε να με πληγώσει περισσότερο,ψυχικά η σωματικά.


Τίναξα το κεφάλι μου προσπαθώντας να κλοτσήσω την ανάμνηση όσο αυτό ήταν δυνατό.Έπιασα με δύναμη το μπράτσο του καναπέ και έσκισα με τα νύχια μου το κάλιμά του στην άκρη.Το γρύλισμα μου βγήκε από μέσα μου με τέτοια ορμή που τρόμαξε και εμένα τον ίδιο.Έπρεπε να κάνω κάτι,και σύντομα μάλιστα.




Ο χαρακτηριστικός ήχος της πόρτας με διέκοψε από τις σκέψεις μου αυξάνοντας την ένταση μου ακόμα περισσότερο.Αποφάσισα πως θα ήταν καλύτερο να το αγνοήσω,δεν ήθελα να βάλω κάποιο σε κίνδυνο,σίγουρα βρισκόμουν εκτός εαυτού αυτή τη στιγμή.




Το χέρι συνέχιζε με θράσος να χτυπά την ξύλινη επιφάνεια δυσκολεύοντας όλο και περισσότερο την προσπάθειά μου να το αγνοήσω.Εκεί που ήμουν έτοιμος να πηδήξω έξω από το παράθυρο και να το ''σκάσω'' από όλη αυτή την παραζάλη γνώριμες σκέψεις  άρχισαν να αντηχούν μέσα στο κεφάλι μου.




''Δεν έπρεπε να έρθω,καλύτερα να..''Συνειδητοποιώντας αμέσως ποιος είναι με μια γρήγορη κίνηση άνοιξα την πόρτα πρωτού προλάβει να τελειώσει τη σκέψη της.Τα μάτια μου συνάντησαν τα δικά της τοπάζι και μετά από πολλά χρόνια μπορούσα να νιώσω ότι κάποιος ίσως να με συμπονεί ακόμα




Η Άλις με μικρές χορευτικές κινήσεις μπήκε μέσα στο διαμέρισμα  και έκλεισε την πόρτα πίσω της.Ήταν όπως πάντα ντυμένη και περιποιημένη στο μέγιστο βαθμό ακόμα και αν έξω έριχνε καρέκλες.Έριξε μια γρήγορη ματιά γύρω της και κάθισε επιδεικτικά στο μισογκρεμισμένο καναπέ.Η αύρα που μετέφερε με έκανε να ξεχάσω τις προηγούμενες σκέψεις μου και να νιώσω λίγη από την αισιοδοξία της.




''Σε τι αχούρι μένει Χριστέ μου...''Τα μάτια της στριφογύρισαν και κρέμασε το πρόσωπό της πάνω στο χέρι της προσποιούμενη την απογοητευμένη.Ένα μικρό γελάκι ξέφυγε από τα χείλη μου.Για αυτή τη μοναδική στιγμή πίστεψα πως η αδερφή μου είχε γυρίσει,με είχε συγχωρέσει,ότι υπήρχε ελπίδα.




''Είχα ξεχάσει το ενοχλητικό χάρισμά σου.''Η φωνή της καθόλου φιλική αντήχησε στην ησυχία του δωματίου κάνοντας με να ανατριχιάσω.Η έκφρασή της σκλήρυνε,και τα χαρακτηριστικά της παραμορφώθηκαν.Μπορούσα να δω και στο δικό της πρόσωπο το μίσος που έκρυβε.Αυτό με διέλυσε.Με την Άλις είχαμε πάντα μια διαφορετική σχέση από τους υπολοίπους.Φυσικά όλοι αγαπούσαμε ο ένας τον άλλον αλλά μαζί της ήταν αλλιώς.Ίσως είχε να κάνει με τα χαρίσματα που είχαμε κληρονομήσει στη ζωή μας ως βρικόλακες,αλλά είμασταν σαν πραγματικά αδέρφια.




Φυσικά δεν με είχε συγχωρέσει αλλά ένιωθα πως έχω κάποιες ελπίδες Το να βλέπω όμως και στο δικό της πρόσωπο την απόρριψη με έκανε να θέλω να δώσω τέλος σε αυτό το ψέμα μια για πάντα.Αλλά έπρεπε να ακούσω τι έχει να μου πει.Σίγουρα ήταν κάτι σημαντικό.Μπορούσα να νιώσω το δισταγμό της,ήθελα να με προειδοποιήσει για κάτι,δεν με άφησε να δω κάτι παραπάνω και η σύνδεση χάθηκε.


Ξεκίνησα πρώτος καθαρίζοντας το λαιμό μου και μίλησα καθαρά.
''Λοιπόν..ποιος είναι ο λόγος της επίσκεψής σου...?''Σταύρωσα τα χέρια μου στα πλευρά μου και έβαλα τη ψυχρή μου μάσκα ώστε να την αντιμετωπίσω όπως ακριβώς έκανα και με τον Έμμετ.Έτσι ήταν καλύτερα,το να δείχνω τι νιώθω ίσως να έκανε τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.Ας πίστευε και εκείνη πως είμαι το τέρας που όλοι μισούν.


Το πρόσωπό της μαζεύτηκε και το βλέμμα της ακολούθησε τη διαδρομή από το στήθος μου,μέχρι το ξύλινο πάτωμα.Για πρώτη φορά είδα πόνο στη ματιά της και αυτό με έκανε να ανησυχήσω.Μάζεψα την έκφραση μου για να της δώσω λίγο χρόνο.
Για αυτή τη μοναδική στιγμή με άφησε να διηθήσω μέσα στο κεφάλι της.
Πάγωσα στη θέση μου,σίγουρα αυτό δεν ήταν κάτι το οποίο είχα υπολογίσει.Τα μάτια της στένεψαν καθώς σήκωσε το βλέμμα της.Είχε παγώσει και εκείνη.
Ένα δυνατό γρύλισμα έκανε την εμφάνισή του μέσα από το θώρακά μου...


''Θέλουν να σε σκοτώσουν..''Η φωνή της ένας ψίθυρος μέσα στην ησυχία επιβεβαίωσε αυτό που είχα ακούσει με την δεύτερη ακοή μου αποτελειώνοντας  με.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου