Μπέλλα Σουάν
Ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι παρέα με ένα ζεστό φλιτζάνι καφέ και διάβαζα για χιλιοστή φορά το ''Υπερηφάνεια και Προκατάληψη''.Η γραφή της Όστεν πάντα με μάγευε.Είναι πράγματι φοβερό πως μια γυναίκα της εποχής της κατάφερε να κάνει τόσα πολλά πράγματα μονάχα με τη συγγραφή,κυρίως σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία όπου η γνώμη της γυναίκας ήταν σχεδόν ασήμαντη.Τα έργα της φυσικά δεν ήταν και πολύ διαδεδομένα αλλά έγιναν γνωστά κατά το πέρασμα των χρόνων,καθώς η τεράστια λογοτεχνική τους αξία γινόταν αντιληπτή.
Έπεσα ανάσκελα στο παχύ πάπλωμα και συνέχιζα να χάνομαι στις σειρές των παραγράφων.Ένιωθα λες και βρισκόμουν σε έναν άλλον αιώνα,τότε που η ανιδιοτέλεια και η αληθινή αγάπη δεν ήταν κάτι το ανύπαρχτο όπως είναι σήμερα.Φανταζόμουν τον εαυτό μου με έναν άλλο κύριο Ντάρσυ σε περιπάτους και ρομαντικές εξομολογήσεις αγάπης ή ίσως πίνοντας τσάι σε μια μικρή βεραντούλα του Λονδίνου.
Έβαλα το βιβλίο στην άκρη.Ήμουν και εγώ από εκείνα τα κορίτσια που περίμεναν το πρίγκιπα με το άσπρο άλογο,αλλά τουλάχιστον δεν το έδειχνα στους άλλους.Μπορεί να φαινόμουν στα μάτια τους απόμακρη αλλά δεν με ενδιέφερε,τουλάχιστον μέχρι πριν λίγες μέρες.Ήξερα πως η διστακτικότητα μου,στερούσε πολλά πράγματα από τη ζωή,πράγματα που έπρεπε να ζήσω,να αντιμετωπίσω.
Ευτυχώς όμως είχα επιτύχει τους στόχους μου και ήμουν περήφανη που τελικά κατάφερα να μπω στο κολέγιο κερδίζοντας την υποτροφία.Διάβαζα όλο το χρόνο μανιωδώς κάνοντας υπερβολές και παραμελώντας πολλές φορές τα θέλω μου.Το ήξερα όμως πως οι κόποι μου θα ανταμείβονταν κάποια στιγμή,πράγμα που έγινε.
Είχα πακετάρει ήδη τις αποσκευές μου για το ταξίδι.Σε δύο ώρες θα έπρεπε να επιβιβαστώ στο τρένο ώστε να είμαι στην ώρα μου στη σχολή για τα διαδικαστικά.Ένιωθα το άγχος να αναβλύζει ,αλλά δεν το άφηνα να με επηρεάσει,''όχι άλλες αναστολές''προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου ενώ εξέταζα σχολαστικά το δωμάτιο μήπως είχα ξεχάσει να πάρω κάτι.
Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει,καθώς κανόνιζα τις τελευταίες λεπτομέρειες,αλλά αποφάσισα να κατέβω κάτω για να αντιμετωπίσω τους γονείς μου.Σίγουρα αυτή ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή.Ήξερα πως το γεγονός πως έφευγα μακριά τους στεναχωρούσε αλλά ταυτόχρονα τους έκανε τόσο περήφανους για μένα δίνοντάς μου θάρρος και δύναμη.Ήταν πραγματικά φανταστικοί άνθρωποι.
Τα μάτια μου ταξίδεψαν στην κουζίνα όπου συνάντησα πρώτα τη Ρενέ.Ήταν καθισμένη στη καρέκλα δίπλα στη τραπεζαρία και το βλέμμα της ταξίδευε έξω από το παράθυρο.Τα μάτια της ήταν βουρκωμένα και το χέρι της νωχελικά στήριζε το κεφάλι της.Η εικόνα της αυτή με στεναχώρησε αλλά δεν άφησα να φανεί κάτι τέτοιο στο πρόσωπό μου.Όχι σήμερα.
Βημάτισα σταθερά προς το μέρος της και χάιδεψα τρυφερά την πλάτη της για να της δείξω το πόσο μου στοίχιζε και εμένα το να φύγω μακριά τους.Μόλις ένιωσε το χέρι μου πάνω της αναπήδησε τρομάζοντας και με την αναστροφή του χεριού της σκούπισε τα δάκρυα που είχαν ξεγλιστρήσει από τα καταπράσινα μάτια της βεβιασμένα.
''Εδώ είσαι καρδιά μου?Είναι όλα έτοιμα?''Κατάφερε να πει ενώ η φωνή της έσπασε στις τελευταίες λέξεις.Τα μάτια της υγρά από τα δάκρυα που πάλευαν να βγουν,με κοίταγαν με στοργή.Χωρίς να μπορώ να συγκρατηθώ άλλο έπεσα με δύναμη στην αγκαλιά της και της έσφιξα τόσο πολύ,αλλά δεν έδειξε να την ενοχλεί ίσα ίσα έκανε και εκείνη το ίδιο.
Δεν ξέρω για πόση ώρα ήμασταν έτσι αλλά μόλις ακούσαμε τον ήχο των κλειδιών στην είσοδο κοιταχτήκαμε ταυτόχρονα και είπαμε με μία φωνή..''Ο Τσάρλυ...''Της χαμογέλασα πλατιά.''Μαμά,θέλω να ξέρεις ότι θα μου λήψεις....''ξεκίνησα να λέω αλλά με έκοψε βάζοντας το δάχτυλό μπροστά από τα χείλη μου.....
''Δεν θέλω να στεναχωριέσαι''... έβαλε μια τούφα από τα μαλλιά στοργικά πίσω από το αυτί μου και συνέχισε.''Είναι καιρός να ανοίξεις τα φτερά σου μακριά από εμάς,να ζήσεις,να ερωτευτείς,να κάνεις οικογένεια,μην σκέφτεσαι τίποτα,εμείς έχουμε συμπληρωθεί ως ανθρωποι...''Φίλησε απαλά το μέτωπό μου και ένα τεράστιο χαμόγελο δημιουργήθηκε στο πρόσωπό της....''Εντάξει?''
Ένευσα με μία κίνηση του κεφαλιού και γύρισα το πρόσωπό μου προς τον Τσάρλυ που μας κοιτούσε ερευνητικά από το κατώφλι.Προχώρησα προς το μέρος του και του χάρισα ένα ζεστό χαμόγελο.
Πώς ήταν η μέρα σου διοικητά?''Του είπα και έτριψε πειραχτικά την κορυφή του κεφαλιού μου.
''Μια χαρά μικρή...Πήγαινε να φέρεις τώρα τα πράγματα σου για να φύγουμε..εκτός και αν θέλεις να χάσεις το τρένο...''Στριφογύρισα τα μάτια μου''Άντε πήγαινε...''επέμεινε και του έκλεισα το μάτι.Ξεκίνησα πάλι να βηματίζω πίσω στο δωμάτιό μου.
Κοίταξα για μια τελευταία φορά το χώρο που είχα περάσει τα πρώτα 18 χρόνια της ζωής μου και ένιωσα πως άφηνα ένα κομμάτι μου μαζί του.Τα μάτια μου ταξίδεψαν στην βιβλιοθήκη,στο κρεβάτι,στο γραφείο μου.Το κεφάλαιο της εφηβικής μου ηλικίας έκλεινε για πάντα και έδινε τη θέση του στην ανεξαρτησία και την ελευθερία..
Έκλεισα τη πόρτα και περπάτησα ξανά έως το σαλόνι αγκαλιά με τις βαλίτσες μου.Ο Τσάρλυ έσπευσε να με βοηθήσει και της τοποθέτησε μέσα στο μαύρο τζιπ μας στην είσοδο του γκαράζ.Αφού έβαλε και τη τελευταία βαλίτσα μέσα μου έκανε νόημα να έρθω.
Έριξα μια τελευταία ματιά στη Ρενέ που δεν μπορούσε τώρα να συγρατήσει τα δάκρυά της.Είχε ακουμπήσει το σώμα της στην είσοδο της πόρτας.
''Θα μου λήψεις μαμά....''Της φώναξα καθώς το αυτοκίνητο ξεκίνησε..''Να προσέχεις..''Την άκουσα να φωνάζει και έστριψα ξανά το βλέμμα μου μπροστά στο δρόμο.Δεν ήθελα να το παραδεχτώ αλλά βαθιά μέσα μου ίσως να μην ήθελα να τους αφήσω.
''Καταραμένοι συναισθηματισμοί...''Άκουσα το Τσάρλυ να ψιθυρίζει κατά τη διάρκεια της διαδρομής βγάζοντας με από το βάθος των σκέψεών μου.Τον κοίταξα καλύτερα.Τα μαύρα μάτια του ήταν πιο γυαλιστερά απ'ότι συνήθως.Όχι και εκείνος....ευχήθηκα από μέσα μου αλλά δάκρυα άρχισαν να αναβλύζουν και από το δικό του πρόσωπο.
Μόλις κατάλαβε πως το κοιτούσα φύσηξε αμέσως τη μύτη του και κάρφωσε το βλέμμα του ευθεία μπροστά.Ήξερα πως δεν ήθελε να με κάνει να νιώσω άσχημα έτσι αποφάσισα να μην πω τίποτα.
Ο πατέρας μου δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα συναισθηματικός,ή τουλάχιστον ήξερε πως να συγκρατεί τον εαυτό του σε τέτοιου είδους στιγμές.Ήταν ήσυχος και υπέφερε από μέσα του.Μοιάζαμε πολύ.
Η διαδρομή προς στο σταθμό πέρασε με μια αποπνικτική σιωπή να απλώνεται ανάμεσα μας.Δεν μπορούσα να πω,πως ένιωθα άβολα με αυτό,ίσα ίσα είχα περισσότερο χρόνο να σκεφτώ και να αναθεωρήσω τα πράγματα καλύτερα.Το άγχος είχε εξαφανιστεί και τη θέση του είχε πάρει μια γαλήνη που δεν μπορούσα να εξηγήσω.
Το αυτοκίνητο σταμάτησε λίγα μέτρα πιο μακριά από την είσοδο των εισιτηρίων.Ο Τσάρλυ κατέβηκε με αργά βήματα και έβγαλε έξω τις αποσκευές.Αφού σιγουρεύτηκε πως δεν είχαμε ξεχάσει τίποτα μέσα στο αυτοκίνητο μου παρέδωσε τα πράγματα και με κοίταξε βαθιά στα μάτια.
''Λοιπόν υποθέτω πως εδώ είμαστε...''Η φωνή του βραχνή έβγαινε μέσα από τα πνευμόνια του με δυσκολία.Τα μάτια του έτρεχαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις αποφεύγοντας να συναντήσουν τα δικά μου,κοιτώντας το τρένο.
''Μπαμπά θα μου λείψεις...''Έιπα απότομα και τον έσφιξα στην αγκαλιά μου,το ίδιο έκανε και εκείνος.
Το πρόσωπό του ακουμπούσε το μπουφάν μου βρέχοντας τον ώμο μου με το χείμαρρο των δακρύων του.Μου έτρηψε την πλάτη στοργικά και με αποδέσμευσε.
''Φτάνει τώρα..''Σκούπισε με την άκρη του μαύρου αντιανεμικού του τα μάτια του..''Άντε πήγαινε θα χάσεις το τρένο...''Με κοίταξε έντονα ενώ ένα είδος λυγμού βγήκε από μέσα του...
''Αντίο μπαμπά''είπα ενώ προσπαθούσα με κόπο να συγκρατήσω και τα δικά μου δάκρυα.Πήρα τις βαλίτσες και ξεκίνησα να περπατάω μέχρι που μπήκα μέσα στο τρένο.Δεν κοίταξα ξανά πίσω μου αλλά ένιωθα το βλέμμα του να τρυπά την πλάτη μου.Ήμουν αποφασισμένη να κάνω μια νέα αρχή,δεν θα άφηνα τους ενδοιασμούς μου να σταθούν εμπόδιο ξανά.Ποτέ.
Κάθισα αναπαυτικά σε μία κενή θέση επιλέγοντας να μην έχω κανέναν δίπλα μου.Είχα ανάγκη λίγη ηρεμία μιας και το προηγούμενο βράδυ δεν είχαν κλείσει μάτι από το άγχος.Έβαλα τα ακουστικά στα αυτιά μου και άφησα τον μορφέα να με συνεπάρει και να με οδηγήσει στον κόσμο των ονείρων.
<<<....................................................>>>
Δεν ήξερα πόση ώρα κοιμόμουν αλλά μόλις άνοιξα τα μάτια μου αντίκρησα το σταθμό του Λονδίνου.Δεν ήμουν σίγουρη,ίσως ονειρευόμουν ακόμα.Ένιωθα τόσο ευτυχισμένη που επιτέλους τα κατάφερα.Από μικρή κυνηγούσα αυτό το όνειρο και τώρα έγινε πραγματικότητα.
Κοίταζα σαν χαζεμένη έξω από τα μεγάλα παράθυρα τον κόσμο γύρω μου.Δεν ήμουν σε θέση να αρθρώσω καμία λέξη και να πραγματοποιήσω την οποιαδήποτε κίνηση.Ένιωθα λες και όλο το σώμα μου είχε μουδιάσει.Ένα ελαφρύ σκούντημα με επανέφερε στην πραγματικότητα και γύρισα απότομα ξαφναισμένη για να δω από που προερχόταν.
Τα μάτια μου συνάντησαν δύο μαύρες λίμνες που με κοιτούσαν με έναν ερευνητικό βλέμμα.Παρατήρησα καλύτερα το νεαρό που στεκόταν μπροστά μου.Ήταν ένα εμφανίσιμο αγόρι γύρω στην ηλικία μου με μαύρα-σαν πετρέλαιο-ακατάστατα μαλλιά,σμηλεμένο σώμα,ενώ το δέρμα του είχε μια σκουρόχρωμη απόχρωση,πράγμα περίεργο για το κλήμα του Λονδίνου.
Το χαμόγελο στα χείλη του μεγάλωσε φαναιρώντας μια σειρά από κατάλευκα δόντια.''Για σας'καθάρισε τη φωνή του...''αυτές είναι οι αποσκευές σας.....θα θέλατε να σας βοηθήσω να τις μεταφέρετε έξω έως ότου βρείτε κάποιο ταξί να σας εξυπηρετήσει?...''Τότε πρόσεξα ότι φορούσε ένα είδος στολής.Ήταν υπάλληλος του τρένου.
''Ναι φυσικά σε ευχαριστώ πολύ...''Του είπα χαρίζοντας του ένα συγκρατημένο χαμόγελο.Το αγόρι κατ ένευσε και μου έκανε νόημα να τον ακολουθήσω.Περπατούσαμε μέχρι μου φτάσαμε σε έναν δρόμο γεμάτο ταξί.Αναρωτήθηκα αν εξυπηρετούν έτσι όλους τους επιβάτες,αλλά δεν έδωσα περαιτέρω σημασία.
''Υποθέτω πως εδώ είμαστε....σου αφην..''ξεροκατάπιε για λίγο.''σας αφήνω θέλω να πω...τα πράγματα σας,εδώ μπορείτε να βρείτε ταξί.''Χαμογέλασε για ακόμα μια φορά κάνοντάς με να νιώσω μια περίεργη οικειότητα απέναντι του.Φαινόταν πολύ καλό παιδί.
''Δεν χρειάζεται να μου μιλάς στο πληθυντικό, συνομήλικοι είμαστε..''Έκανα ένα μορφασμό και με κοίταξε γεμάτος ανακούφιση.''Χαίρομαι,είναι κουραστικό να μιλάς με το σεις και το σας όλη τη ώρα..''Είπε με την τραχιά φωνή του ενώ πέρασε μηχανικά το χέρι το πίσω από το κεφάλι του σφίγγοντας μια τούφα από τα μαλλιά του.
''Εμμ.λοιπόν πρέπει να φύγω......''Έκανα νόημα σε ένα ταξί που περνούσε και σταμάτησε ακριβώς μπροστά μου.''Χάρηκα που τα είπαμε....''σταμάτησα αμήχανα τη φράση μου..''Τζέικομπ''συμπλήρωσε...
''Χάρηκα που τα είπαμε Τζέικομπ.....''
Με βοήθησε να τοποθετήσω τις βαλίτσες και σταμάτησε στο πεζοδρόμιο να με κοιτά..Έξυσε νευρικά το κεφάλι του και καθώς το ταξί ξεκινούσε φώναξε δυνατά...''Εσένα πως σε λένε?''
''Μπέλλα...''απάντησα και χάθηκε από το οπτικό μου πεδίο.
''Που πάμε δεσποινίς..?''Είπε ο οδηγός με ένα μεγάλο χαμόγελο να απλώνεται στο πρόσωπό του.
''Στο κολλέγιο του Λονδίνου..''Απάντησα και ένιωσα να φουσκώνω από υπερηφάνεια.
Καθώς το ταξί διέσχιζε την πορεία του,παρατηρούσα έξω τους ανθρώπους,τα μαγαζιά,τα αυτοκίνητα,μια τόσο ζωντανή πόλη που περίμενε να την εξερευνήσω μέχρι το τελευταίο σοκάκι.
Τα λεπτά περνούσαν και ένιωθα σιγά σιγά πως έφτανα στο προορισμό μου.Το άγχος δυστυχώς είχε επιστρέψει κάνοντας με να τρέμω ανεπέστητα σε όλο μου το σώμα.Αλλά μου άρεζε,ήξερα πως ήταν αληθινό όλο αυτό που ζω.
''Φτάσαμε...''Η φωνή του οδηγού με έβγαλε από τις σκέψεις μου και γύρισα το κεφάλι μου αργά προς το παράθυρο.Το σοκ ήταν τεράστιο.Ένα πανέμορφο κτήριο απλωνόταν μπροστά μου.Δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου τόσο μεγάλο σπουδαστήρι,μιας και στην μικρή αγγλική επαρχεία που ζούσα σίγουρα δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα.Ένα καταπράσινο γρασίδι απλωνόταν μπροστά του,ενώ δεκάδες φοιτητές άλλοι ξαπλωμένοι άλλοι να πηγαίνουν πάνω κάτω εξερευνούσαν όλο το μέρος κρατώντας ένα άσπρο χαρτί.Υπέθεσα ότι ήταν πρωτοετής.
Πλήρωσα γρήγορα το ταξί και μαζί με τις αποσκευές μου άρχισα να βηματίζω προς την είσοδο.Μόλις μπήκα στο πανεπιστημιακό χώρο άρχισα να ψάχνω για οδηγίες που θα μπορούσαν να με οδηγήσουν στα κεντρικά γραφεία.Στο κέντρο της αυλής βρισκόταν ένας μεγάλος χάρτης .Δεν έχασα χρόνο και ακολούθησα τη διαδρομή.
Καθώς διέσχιζα τα δωμάτια,τις αίθουσες και τους κοιτώνες κατάφερα τελικά να βρω τη γραμματεία.Μια γυναίκα γύρω στα 40 βρισκόταν στην υποδοχή.Κατευθύνθηκα προς το μέρος της και ξεκίνησα να ζητώ πληροφορίες ευγενικά.Εκείνη με περίσσιο ενθουσιασμό μου μίλησε για το πρόγραμμα τα μαθήματα αλλά ανέφερε πως υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα στους κοιτώνες.Μου είπε πως θα λυνόταν σύντομα.
Περίμενα για κάμποση ώρα ώσπου ένας υψηλόσωμος άντρας ξεκίνησε να μας μιλάει.
''Εσείς πρέπει να είστε η Δις Σουάν....Είμαι ο Διευθυντής ο Κ.Τζόνσον.....''Έτεινε το χέρι του και άπλωσα το δικό μου για να τον χαιρετήσω.''Γεια σας κύριε,υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το κοιτώνα μου?''΄Ρώτησα ανυπόμονα διότι ήμουν διαλυμένη από το ταξίδι και αυτό φαινόταν.
Μου έριξε μια στοργική ματιά και ξεκίνησε ξανά να μιλάει..''Ξέρω πως μπορεί να είστε κουρασμένη αλλά οι κοιτώνες είναι γεμάτοι και κάναμε μερικές σημαντικές αλλαγές ώστε να χωρέσουν όλα τα παιδιά.Φυσικά είναι προσωρινές.''Μου τόνισε τις κάθε λέξεις ξεχωριστά χωρίς να καταλαβαίνω τον λόγο..''Τέλος πάντων το δωμάτιο σας είναι το A502.Σας εύχομαι καλή ξεκούραση...''
Μου έδωσε το κλειδί και με κοίταξε πάλι με εκείνο το βλέμμα της... λύπησης?και ξεκίνησε να περπατάει προς έναν μεγάλο ημικύκλιο χώρο.Χωρίς να χάνω άλλο χρόνο με τη βοήθεια του χάρτη πάντα βρήκα το δωμάτιο.Έβγαλα μηχανικά το κλειδί από την τσάντα και ξεκλείδωσα την ξύλινη πόρτα.
Καθώς μπήκα μέσα ακούμπησα τα πράγματα μου δεξιά και αριστερά στο πάτωμα και άνοιξα το φως.Το βλέμμα μου έπεσε κατευθείαν πάνω στο ημίγυμνο αγόρι με τα χάλκινα μαλλιά που κοιμόταν στο διπλανό κρεβάτι φορώντας μόνο το εσώρουχό του.<Τι συμβαίνει εδώ?>Αναρωτήθηκα μέσα στο κεφάλι μου αλλά προφανώς δεν πείρα απάντηση.....
Ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι παρέα με ένα ζεστό φλιτζάνι καφέ και διάβαζα για χιλιοστή φορά το ''Υπερηφάνεια και Προκατάληψη''.Η γραφή της Όστεν πάντα με μάγευε.Είναι πράγματι φοβερό πως μια γυναίκα της εποχής της κατάφερε να κάνει τόσα πολλά πράγματα μονάχα με τη συγγραφή,κυρίως σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία όπου η γνώμη της γυναίκας ήταν σχεδόν ασήμαντη.Τα έργα της φυσικά δεν ήταν και πολύ διαδεδομένα αλλά έγιναν γνωστά κατά το πέρασμα των χρόνων,καθώς η τεράστια λογοτεχνική τους αξία γινόταν αντιληπτή.
Έπεσα ανάσκελα στο παχύ πάπλωμα και συνέχιζα να χάνομαι στις σειρές των παραγράφων.Ένιωθα λες και βρισκόμουν σε έναν άλλον αιώνα,τότε που η ανιδιοτέλεια και η αληθινή αγάπη δεν ήταν κάτι το ανύπαρχτο όπως είναι σήμερα.Φανταζόμουν τον εαυτό μου με έναν άλλο κύριο Ντάρσυ σε περιπάτους και ρομαντικές εξομολογήσεις αγάπης ή ίσως πίνοντας τσάι σε μια μικρή βεραντούλα του Λονδίνου.
Έβαλα το βιβλίο στην άκρη.Ήμουν και εγώ από εκείνα τα κορίτσια που περίμεναν το πρίγκιπα με το άσπρο άλογο,αλλά τουλάχιστον δεν το έδειχνα στους άλλους.Μπορεί να φαινόμουν στα μάτια τους απόμακρη αλλά δεν με ενδιέφερε,τουλάχιστον μέχρι πριν λίγες μέρες.Ήξερα πως η διστακτικότητα μου,στερούσε πολλά πράγματα από τη ζωή,πράγματα που έπρεπε να ζήσω,να αντιμετωπίσω.
Ευτυχώς όμως είχα επιτύχει τους στόχους μου και ήμουν περήφανη που τελικά κατάφερα να μπω στο κολέγιο κερδίζοντας την υποτροφία.Διάβαζα όλο το χρόνο μανιωδώς κάνοντας υπερβολές και παραμελώντας πολλές φορές τα θέλω μου.Το ήξερα όμως πως οι κόποι μου θα ανταμείβονταν κάποια στιγμή,πράγμα που έγινε.
Είχα πακετάρει ήδη τις αποσκευές μου για το ταξίδι.Σε δύο ώρες θα έπρεπε να επιβιβαστώ στο τρένο ώστε να είμαι στην ώρα μου στη σχολή για τα διαδικαστικά.Ένιωθα το άγχος να αναβλύζει ,αλλά δεν το άφηνα να με επηρεάσει,''όχι άλλες αναστολές''προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου ενώ εξέταζα σχολαστικά το δωμάτιο μήπως είχα ξεχάσει να πάρω κάτι.
Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει,καθώς κανόνιζα τις τελευταίες λεπτομέρειες,αλλά αποφάσισα να κατέβω κάτω για να αντιμετωπίσω τους γονείς μου.Σίγουρα αυτή ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή.Ήξερα πως το γεγονός πως έφευγα μακριά τους στεναχωρούσε αλλά ταυτόχρονα τους έκανε τόσο περήφανους για μένα δίνοντάς μου θάρρος και δύναμη.Ήταν πραγματικά φανταστικοί άνθρωποι.
Τα μάτια μου ταξίδεψαν στην κουζίνα όπου συνάντησα πρώτα τη Ρενέ.Ήταν καθισμένη στη καρέκλα δίπλα στη τραπεζαρία και το βλέμμα της ταξίδευε έξω από το παράθυρο.Τα μάτια της ήταν βουρκωμένα και το χέρι της νωχελικά στήριζε το κεφάλι της.Η εικόνα της αυτή με στεναχώρησε αλλά δεν άφησα να φανεί κάτι τέτοιο στο πρόσωπό μου.Όχι σήμερα.
Βημάτισα σταθερά προς το μέρος της και χάιδεψα τρυφερά την πλάτη της για να της δείξω το πόσο μου στοίχιζε και εμένα το να φύγω μακριά τους.Μόλις ένιωσε το χέρι μου πάνω της αναπήδησε τρομάζοντας και με την αναστροφή του χεριού της σκούπισε τα δάκρυα που είχαν ξεγλιστρήσει από τα καταπράσινα μάτια της βεβιασμένα.
''Εδώ είσαι καρδιά μου?Είναι όλα έτοιμα?''Κατάφερε να πει ενώ η φωνή της έσπασε στις τελευταίες λέξεις.Τα μάτια της υγρά από τα δάκρυα που πάλευαν να βγουν,με κοίταγαν με στοργή.Χωρίς να μπορώ να συγκρατηθώ άλλο έπεσα με δύναμη στην αγκαλιά της και της έσφιξα τόσο πολύ,αλλά δεν έδειξε να την ενοχλεί ίσα ίσα έκανε και εκείνη το ίδιο.
Δεν ξέρω για πόση ώρα ήμασταν έτσι αλλά μόλις ακούσαμε τον ήχο των κλειδιών στην είσοδο κοιταχτήκαμε ταυτόχρονα και είπαμε με μία φωνή..''Ο Τσάρλυ...''Της χαμογέλασα πλατιά.''Μαμά,θέλω να ξέρεις ότι θα μου λήψεις....''ξεκίνησα να λέω αλλά με έκοψε βάζοντας το δάχτυλό μπροστά από τα χείλη μου.....
''Δεν θέλω να στεναχωριέσαι''... έβαλε μια τούφα από τα μαλλιά στοργικά πίσω από το αυτί μου και συνέχισε.''Είναι καιρός να ανοίξεις τα φτερά σου μακριά από εμάς,να ζήσεις,να ερωτευτείς,να κάνεις οικογένεια,μην σκέφτεσαι τίποτα,εμείς έχουμε συμπληρωθεί ως ανθρωποι...''Φίλησε απαλά το μέτωπό μου και ένα τεράστιο χαμόγελο δημιουργήθηκε στο πρόσωπό της....''Εντάξει?''
Ένευσα με μία κίνηση του κεφαλιού και γύρισα το πρόσωπό μου προς τον Τσάρλυ που μας κοιτούσε ερευνητικά από το κατώφλι.Προχώρησα προς το μέρος του και του χάρισα ένα ζεστό χαμόγελο.
Πώς ήταν η μέρα σου διοικητά?''Του είπα και έτριψε πειραχτικά την κορυφή του κεφαλιού μου.
''Μια χαρά μικρή...Πήγαινε να φέρεις τώρα τα πράγματα σου για να φύγουμε..εκτός και αν θέλεις να χάσεις το τρένο...''Στριφογύρισα τα μάτια μου''Άντε πήγαινε...''επέμεινε και του έκλεισα το μάτι.Ξεκίνησα πάλι να βηματίζω πίσω στο δωμάτιό μου.
Κοίταξα για μια τελευταία φορά το χώρο που είχα περάσει τα πρώτα 18 χρόνια της ζωής μου και ένιωσα πως άφηνα ένα κομμάτι μου μαζί του.Τα μάτια μου ταξίδεψαν στην βιβλιοθήκη,στο κρεβάτι,στο γραφείο μου.Το κεφάλαιο της εφηβικής μου ηλικίας έκλεινε για πάντα και έδινε τη θέση του στην ανεξαρτησία και την ελευθερία..
Έκλεισα τη πόρτα και περπάτησα ξανά έως το σαλόνι αγκαλιά με τις βαλίτσες μου.Ο Τσάρλυ έσπευσε να με βοηθήσει και της τοποθέτησε μέσα στο μαύρο τζιπ μας στην είσοδο του γκαράζ.Αφού έβαλε και τη τελευταία βαλίτσα μέσα μου έκανε νόημα να έρθω.
Έριξα μια τελευταία ματιά στη Ρενέ που δεν μπορούσε τώρα να συγρατήσει τα δάκρυά της.Είχε ακουμπήσει το σώμα της στην είσοδο της πόρτας.
''Θα μου λήψεις μαμά....''Της φώναξα καθώς το αυτοκίνητο ξεκίνησε..''Να προσέχεις..''Την άκουσα να φωνάζει και έστριψα ξανά το βλέμμα μου μπροστά στο δρόμο.Δεν ήθελα να το παραδεχτώ αλλά βαθιά μέσα μου ίσως να μην ήθελα να τους αφήσω.
''Καταραμένοι συναισθηματισμοί...''Άκουσα το Τσάρλυ να ψιθυρίζει κατά τη διάρκεια της διαδρομής βγάζοντας με από το βάθος των σκέψεών μου.Τον κοίταξα καλύτερα.Τα μαύρα μάτια του ήταν πιο γυαλιστερά απ'ότι συνήθως.Όχι και εκείνος....ευχήθηκα από μέσα μου αλλά δάκρυα άρχισαν να αναβλύζουν και από το δικό του πρόσωπο.
Μόλις κατάλαβε πως το κοιτούσα φύσηξε αμέσως τη μύτη του και κάρφωσε το βλέμμα του ευθεία μπροστά.Ήξερα πως δεν ήθελε να με κάνει να νιώσω άσχημα έτσι αποφάσισα να μην πω τίποτα.
Ο πατέρας μου δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα συναισθηματικός,ή τουλάχιστον ήξερε πως να συγκρατεί τον εαυτό του σε τέτοιου είδους στιγμές.Ήταν ήσυχος και υπέφερε από μέσα του.Μοιάζαμε πολύ.
Η διαδρομή προς στο σταθμό πέρασε με μια αποπνικτική σιωπή να απλώνεται ανάμεσα μας.Δεν μπορούσα να πω,πως ένιωθα άβολα με αυτό,ίσα ίσα είχα περισσότερο χρόνο να σκεφτώ και να αναθεωρήσω τα πράγματα καλύτερα.Το άγχος είχε εξαφανιστεί και τη θέση του είχε πάρει μια γαλήνη που δεν μπορούσα να εξηγήσω.
Το αυτοκίνητο σταμάτησε λίγα μέτρα πιο μακριά από την είσοδο των εισιτηρίων.Ο Τσάρλυ κατέβηκε με αργά βήματα και έβγαλε έξω τις αποσκευές.Αφού σιγουρεύτηκε πως δεν είχαμε ξεχάσει τίποτα μέσα στο αυτοκίνητο μου παρέδωσε τα πράγματα και με κοίταξε βαθιά στα μάτια.
''Λοιπόν υποθέτω πως εδώ είμαστε...''Η φωνή του βραχνή έβγαινε μέσα από τα πνευμόνια του με δυσκολία.Τα μάτια του έτρεχαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις αποφεύγοντας να συναντήσουν τα δικά μου,κοιτώντας το τρένο.
''Μπαμπά θα μου λείψεις...''Έιπα απότομα και τον έσφιξα στην αγκαλιά μου,το ίδιο έκανε και εκείνος.
Το πρόσωπό του ακουμπούσε το μπουφάν μου βρέχοντας τον ώμο μου με το χείμαρρο των δακρύων του.Μου έτρηψε την πλάτη στοργικά και με αποδέσμευσε.
''Φτάνει τώρα..''Σκούπισε με την άκρη του μαύρου αντιανεμικού του τα μάτια του..''Άντε πήγαινε θα χάσεις το τρένο...''Με κοίταξε έντονα ενώ ένα είδος λυγμού βγήκε από μέσα του...
''Αντίο μπαμπά''είπα ενώ προσπαθούσα με κόπο να συγκρατήσω και τα δικά μου δάκρυα.Πήρα τις βαλίτσες και ξεκίνησα να περπατάω μέχρι που μπήκα μέσα στο τρένο.Δεν κοίταξα ξανά πίσω μου αλλά ένιωθα το βλέμμα του να τρυπά την πλάτη μου.Ήμουν αποφασισμένη να κάνω μια νέα αρχή,δεν θα άφηνα τους ενδοιασμούς μου να σταθούν εμπόδιο ξανά.Ποτέ.
Κάθισα αναπαυτικά σε μία κενή θέση επιλέγοντας να μην έχω κανέναν δίπλα μου.Είχα ανάγκη λίγη ηρεμία μιας και το προηγούμενο βράδυ δεν είχαν κλείσει μάτι από το άγχος.Έβαλα τα ακουστικά στα αυτιά μου και άφησα τον μορφέα να με συνεπάρει και να με οδηγήσει στον κόσμο των ονείρων.
<<<....................................................>>>
Δεν ήξερα πόση ώρα κοιμόμουν αλλά μόλις άνοιξα τα μάτια μου αντίκρησα το σταθμό του Λονδίνου.Δεν ήμουν σίγουρη,ίσως ονειρευόμουν ακόμα.Ένιωθα τόσο ευτυχισμένη που επιτέλους τα κατάφερα.Από μικρή κυνηγούσα αυτό το όνειρο και τώρα έγινε πραγματικότητα.
Κοίταζα σαν χαζεμένη έξω από τα μεγάλα παράθυρα τον κόσμο γύρω μου.Δεν ήμουν σε θέση να αρθρώσω καμία λέξη και να πραγματοποιήσω την οποιαδήποτε κίνηση.Ένιωθα λες και όλο το σώμα μου είχε μουδιάσει.Ένα ελαφρύ σκούντημα με επανέφερε στην πραγματικότητα και γύρισα απότομα ξαφναισμένη για να δω από που προερχόταν.
Τα μάτια μου συνάντησαν δύο μαύρες λίμνες που με κοιτούσαν με έναν ερευνητικό βλέμμα.Παρατήρησα καλύτερα το νεαρό που στεκόταν μπροστά μου.Ήταν ένα εμφανίσιμο αγόρι γύρω στην ηλικία μου με μαύρα-σαν πετρέλαιο-ακατάστατα μαλλιά,σμηλεμένο σώμα,ενώ το δέρμα του είχε μια σκουρόχρωμη απόχρωση,πράγμα περίεργο για το κλήμα του Λονδίνου.
Το χαμόγελο στα χείλη του μεγάλωσε φαναιρώντας μια σειρά από κατάλευκα δόντια.''Για σας'καθάρισε τη φωνή του...''αυτές είναι οι αποσκευές σας.....θα θέλατε να σας βοηθήσω να τις μεταφέρετε έξω έως ότου βρείτε κάποιο ταξί να σας εξυπηρετήσει?...''Τότε πρόσεξα ότι φορούσε ένα είδος στολής.Ήταν υπάλληλος του τρένου.
''Ναι φυσικά σε ευχαριστώ πολύ...''Του είπα χαρίζοντας του ένα συγκρατημένο χαμόγελο.Το αγόρι κατ ένευσε και μου έκανε νόημα να τον ακολουθήσω.Περπατούσαμε μέχρι μου φτάσαμε σε έναν δρόμο γεμάτο ταξί.Αναρωτήθηκα αν εξυπηρετούν έτσι όλους τους επιβάτες,αλλά δεν έδωσα περαιτέρω σημασία.
''Υποθέτω πως εδώ είμαστε....σου αφην..''ξεροκατάπιε για λίγο.''σας αφήνω θέλω να πω...τα πράγματα σας,εδώ μπορείτε να βρείτε ταξί.''Χαμογέλασε για ακόμα μια φορά κάνοντάς με να νιώσω μια περίεργη οικειότητα απέναντι του.Φαινόταν πολύ καλό παιδί.
''Δεν χρειάζεται να μου μιλάς στο πληθυντικό, συνομήλικοι είμαστε..''Έκανα ένα μορφασμό και με κοίταξε γεμάτος ανακούφιση.''Χαίρομαι,είναι κουραστικό να μιλάς με το σεις και το σας όλη τη ώρα..''Είπε με την τραχιά φωνή του ενώ πέρασε μηχανικά το χέρι το πίσω από το κεφάλι του σφίγγοντας μια τούφα από τα μαλλιά του.
''Εμμ.λοιπόν πρέπει να φύγω......''Έκανα νόημα σε ένα ταξί που περνούσε και σταμάτησε ακριβώς μπροστά μου.''Χάρηκα που τα είπαμε....''σταμάτησα αμήχανα τη φράση μου..''Τζέικομπ''συμπλήρωσε...
''Χάρηκα που τα είπαμε Τζέικομπ.....''
Με βοήθησε να τοποθετήσω τις βαλίτσες και σταμάτησε στο πεζοδρόμιο να με κοιτά..Έξυσε νευρικά το κεφάλι του και καθώς το ταξί ξεκινούσε φώναξε δυνατά...''Εσένα πως σε λένε?''
''Μπέλλα...''απάντησα και χάθηκε από το οπτικό μου πεδίο.
''Που πάμε δεσποινίς..?''Είπε ο οδηγός με ένα μεγάλο χαμόγελο να απλώνεται στο πρόσωπό του.
''Στο κολλέγιο του Λονδίνου..''Απάντησα και ένιωσα να φουσκώνω από υπερηφάνεια.
Καθώς το ταξί διέσχιζε την πορεία του,παρατηρούσα έξω τους ανθρώπους,τα μαγαζιά,τα αυτοκίνητα,μια τόσο ζωντανή πόλη που περίμενε να την εξερευνήσω μέχρι το τελευταίο σοκάκι.
Τα λεπτά περνούσαν και ένιωθα σιγά σιγά πως έφτανα στο προορισμό μου.Το άγχος δυστυχώς είχε επιστρέψει κάνοντας με να τρέμω ανεπέστητα σε όλο μου το σώμα.Αλλά μου άρεζε,ήξερα πως ήταν αληθινό όλο αυτό που ζω.
''Φτάσαμε...''Η φωνή του οδηγού με έβγαλε από τις σκέψεις μου και γύρισα το κεφάλι μου αργά προς το παράθυρο.Το σοκ ήταν τεράστιο.Ένα πανέμορφο κτήριο απλωνόταν μπροστά μου.Δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου τόσο μεγάλο σπουδαστήρι,μιας και στην μικρή αγγλική επαρχεία που ζούσα σίγουρα δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα.Ένα καταπράσινο γρασίδι απλωνόταν μπροστά του,ενώ δεκάδες φοιτητές άλλοι ξαπλωμένοι άλλοι να πηγαίνουν πάνω κάτω εξερευνούσαν όλο το μέρος κρατώντας ένα άσπρο χαρτί.Υπέθεσα ότι ήταν πρωτοετής.
Πλήρωσα γρήγορα το ταξί και μαζί με τις αποσκευές μου άρχισα να βηματίζω προς την είσοδο.Μόλις μπήκα στο πανεπιστημιακό χώρο άρχισα να ψάχνω για οδηγίες που θα μπορούσαν να με οδηγήσουν στα κεντρικά γραφεία.Στο κέντρο της αυλής βρισκόταν ένας μεγάλος χάρτης .Δεν έχασα χρόνο και ακολούθησα τη διαδρομή.
Καθώς διέσχιζα τα δωμάτια,τις αίθουσες και τους κοιτώνες κατάφερα τελικά να βρω τη γραμματεία.Μια γυναίκα γύρω στα 40 βρισκόταν στην υποδοχή.Κατευθύνθηκα προς το μέρος της και ξεκίνησα να ζητώ πληροφορίες ευγενικά.Εκείνη με περίσσιο ενθουσιασμό μου μίλησε για το πρόγραμμα τα μαθήματα αλλά ανέφερε πως υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα στους κοιτώνες.Μου είπε πως θα λυνόταν σύντομα.
Περίμενα για κάμποση ώρα ώσπου ένας υψηλόσωμος άντρας ξεκίνησε να μας μιλάει.
''Εσείς πρέπει να είστε η Δις Σουάν....Είμαι ο Διευθυντής ο Κ.Τζόνσον.....''Έτεινε το χέρι του και άπλωσα το δικό μου για να τον χαιρετήσω.''Γεια σας κύριε,υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το κοιτώνα μου?''΄Ρώτησα ανυπόμονα διότι ήμουν διαλυμένη από το ταξίδι και αυτό φαινόταν.
Μου έριξε μια στοργική ματιά και ξεκίνησε ξανά να μιλάει..''Ξέρω πως μπορεί να είστε κουρασμένη αλλά οι κοιτώνες είναι γεμάτοι και κάναμε μερικές σημαντικές αλλαγές ώστε να χωρέσουν όλα τα παιδιά.Φυσικά είναι προσωρινές.''Μου τόνισε τις κάθε λέξεις ξεχωριστά χωρίς να καταλαβαίνω τον λόγο..''Τέλος πάντων το δωμάτιο σας είναι το A502.Σας εύχομαι καλή ξεκούραση...''
Μου έδωσε το κλειδί και με κοίταξε πάλι με εκείνο το βλέμμα της... λύπησης?και ξεκίνησε να περπατάει προς έναν μεγάλο ημικύκλιο χώρο.Χωρίς να χάνω άλλο χρόνο με τη βοήθεια του χάρτη πάντα βρήκα το δωμάτιο.Έβγαλα μηχανικά το κλειδί από την τσάντα και ξεκλείδωσα την ξύλινη πόρτα.
Καθώς μπήκα μέσα ακούμπησα τα πράγματα μου δεξιά και αριστερά στο πάτωμα και άνοιξα το φως.Το βλέμμα μου έπεσε κατευθείαν πάνω στο ημίγυμνο αγόρι με τα χάλκινα μαλλιά που κοιμόταν στο διπλανό κρεβάτι φορώντας μόνο το εσώρουχό του.<Τι συμβαίνει εδώ?>Αναρωτήθηκα μέσα στο κεφάλι μου αλλά προφανώς δεν πείρα απάντηση.....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου